Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

Biology of a Simple Life (part 3)

Το φως της λάμπας του πορτατίφ τον τύφλωνε. Όμως ο δαιμόνιος ντεντέκτιβ, Pasteur δεν το έβαζε κάτω. Χρησιμοποιώντας όλες τις αρχαίες τεχνικές της ανάκρισης και απόσπασης πληροφοριών είχε αποφασίσει να βγάλει την αλήθεια από αυτό το βρομερό σκουλήκι του υποκόσμου.
- Θα ρωτήσω για τελευταία φορά, κύριε Wilkins, είστε μεγαλοεγληματίας;
- Θα σας απαντήσω για τελευταία φορά! Όχι!!!
- Ώστε θες να παίξουμε το παιχνίδι αλλιώς, ε; Ξέρεις ο φίλος μου ο κύριος Griffith λείπει αυτή τη στιγμή – προβλήματα στο σπίτι – και δυστυχώς για σένα είναι ο μόνος που μπορεί να με συγκρατήσει από το να χρησιμοποιήσω βασανιστικά μέσα για να μιλήσεις!
- Γιατί δεν με συνδέετε απλά με έναν ανιχνευτή ψεύδους να τελειώνουμε;
- Γιατί δεν έχουμε;
- Ολόκληρη αστυνομία δεν έχετε ανιχνευτή ψεύδους;
- Καλά είσαι τρελός, ξέρεις πόσο κοστίζει;
- Μα, σας λέω αλήθεια… δεν είμαι κακός, ούτε εγκληματίας!
- Μα φυσικά! Μόνο μία διάνοια σαν εσένα, νονέ της νύχτας, θα μπορούσε να παραστήσει τόσο τέλεια τον αθώο!
- Τι πρέπει να κάνω για να σας πείσω πως δεν είμαι εγκληματίας;
- Γιατί κάνεις την ζωή σου, δύσκολη, Wilkins; Αν τα παραδεχτείς όλα το δικαστήριο θα είναι πιο επιεικές μαζί σου. Γενικά αν συνεργαστείς μαζί μας…
- .. μα αυτό σας λέω, δεν έχω λόγο να συνεργαστώ μαζί σας!
- Το παίζεις σκληρός έτσι; Θα σπάσεις, όμως, κύριε Wilkins, θα σπάσεις… και ξέρεις γιατί;
- Γιατί;
- Γιατί είσαι ένοχος, Wilkins. Κι ο Θεός τιμωρεί τους ενόχους…
- Δεν πιστεύω στον Θεό…
- …

Ο Pasteur σήκωσε το τηλέφωνο του και πληκτρολόγησε έναν αριθμό.
«Έχουμε ένα πρόβλημα, κύριε διοικητά – δεν πιστεύει στον Θεό. Ναι, το ξέρω χαζό. Αλλά έχουμε πρόβλημα… ο Θεός σε αυτήν την υπόθεση δεν είναι με το μέρος μας»

- Γιατί χρειάζεστε τον Θεό να είναι με το μέρος σας;
- Μα νομίζεις μπορούμε μόνοι μας να καταφέρουμε τίποτα;


Όταν ο Pasteur κατάλαβε πως δεν θα μπορούσε να αποσπάσει τις πληροφορίες που θα αποδείκνυαν την ενοχή του Τζέικομπ και θα χάριζαν προαγωγή στον ίδιο, έστειλε τον άτυχο Βιολόγο σε ένα κελί για να περάσει τη νύχτα.

Το κελί ήταν όπως ένα οποιοδήποτε κελί φυλακής. Μικρό, σκοτεινό, βρόμικο, γεμάτο υγρασία και με μία αφίσα την Ρίτα Χέιγουρθ κολλημένη στον τοίχο. Υπήρχαν δύο πάγκοι. Στον έναν καθόταν ο Τζέικομπ. Στο άλλο ένας άλλος άνθρωπος.
- Πως σε λένε, ρώτησε με βαριά φωνή ο άλλος άνθρωπος.
Ο Τζέικομπ δεν απάντησε. Ήταν αρκετά μεγάλος και είχε δει αρκετές ταινίες με φυλακές για να απαντήσει. Όλα ξεκινούσαν από το πώς λέγεται ο συγκρατούμενος. Όλα τελείωναν με το να παραδέχεται πως ήταν ο καλύτερος που είχε ποτέ.
- Α, κατάλαβα, είσαι αθώος. Οι αθώοι δεν μιλάνε. Οι εγκληματίες μιλάνε. Νομίζουν πως κάποιοι είναι, πως κάτι έκαναν. Όσο τρομερότερο το έγκλημα, τόσο δυνατότερα μιλάνε. Άσχετα αν θα φυλάν την κατουρημένη ποδιά του δικαστή να τους αθωώσει στο δικαστήριο.
Ο άλλος άνθρωπος έπιασε μία εφημερίδα που ήταν δίπλα του και άρχισε να διαβάζει. Ο Τζέικομπ πάλεψε με την περιέργεια του κι έχασε:
- Επιτρέπονται οι εφημερίδες;
- Μπαινοβγάινω συχνά, με ξέρουν.
- … τι διαβάζεις;
- Πολιτικά. Έχουμε εκλογές σε λίγο καιρό. Τι ψηφίζεις;
- Οικολόγους Πράσινους.
- Πιστεύεις κι εσύ πως ο μόνος τους στόχος είναι να σώσουν τον πλανήτη;
- Όχι, απλά είναι το κοντινότερο σε πολιτική που καταλαβαίνω. Είμαι Βιολόγος. Ξέρω από Οικολογία. Εσύ τι ψηφίζεις;
- Ένα από τα μεγάλα.
- Οπαδός;
- Μαλάκας.
- Ξέρεις τι θα με κάνουν αύριο;
- Πως σε λένε, φίλε;
- Τζέικομπ
- Εμένα Eric. Λοιπόν, Τζέικομπ.. ή θα πρέπει να ομολογήσεις την ενοχή σου και στην χαρίσουν ή θα πρέπει να πας κανονική φυλακή
- Μα είμαι αθώος!
- Δεν έχει σημασία. Είμαι σίγουρος σε έχουν βγάλε είδη στα κανάλια.
- Η καριέρα μου καταστράφηκε…
- Ναι, δεν είναι παράξενο να είσαι αθώος, να μην έχει φταίξει κυριολεκτικά σε τίποτα κι όμως να πρέπει να πληρώνεις τα λάθη, την απροσεξία και την ασυδοσία τους; Να είσαι το πρόβατο ανάμεσα στους λύκους και να τιμωρούν εσένα; Και να σου λένε πως έχεις ευκαιρία να διαμορφώσεις το μέλλον σου όπως θες, ενώ ό,τι και να κάνεις πάλι θα πάρουν εκείνοι τις αποφάσεις σου για σένα, που δεν θα συμφέρουν εσένα, και θα σε ξαναστείλουν μέσα;
- Όχι.
- Πως όχι;!
- Είναι φυσιολογικό.
- Είναι απάνθρωπο.
- Δεν με νοιάζει. Και να με νοιάζει δηλαδή. Είμαστε σε ένα κελί εγώ, εσύ και η Ρίτα Χέιγουορθ. Δεν υπάρχει ελπίδα για αλλαγή.
Ο άλλος άνθρωπος χαμογέλασε, σηκώθηκε και πλησίασε την αφίσα. Άπλωσε το χέρι του και την έσκισε φανερώνοντας ένα μυστικό πέρασμα.
- Θα έρθεις;
- Να δραπετεύσω; Μα θα… αχχ… έχει είδη καταστραφεί η ζωή μου… εντάξει θα έρθω.
- Πάμε λοιπόν!
- Eric;
- Ναι;
- Ήσουν ο καλύτερος συγκρατούμενος που είχα ποτέ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Τέλειο, όπως πάντα!

HOUSEGIRL